Βλέπω την οθόνη του κινητού μου και νιώθω μια ανατριχίλα στην σπονδυλική μου στήλη καθώς βλέπω το όνομά σου. Τα χέρια μου με προδίδουν την τελευταία στιγμή και πριν προλάβω, το κινητό βρίσκεται στο πάτωμα. Σαν από θαύμα δεν γίνεται κομμάτια, ούτε κλείνει, οπότε το σηκώνω και απαντάω:
-Ναι;
-Έλα, είμαι από κάτω, μου λες και νιώθω, ίσως... μα είναι δυνατόν... λίγο... τρακ;
-Εντάξει κατεβαίνω, λέω και διακρίνω στη δικιά μου φωνή ακόμα πιο έντονη την αμηχανία.
Κοιτάζομαι μια τελευταία φορά στον καθρέπτη, κατεβάζω ελαφρά το ντεκολτέ του φορέματος ενώ ταυτόχρονα αναρωτιέμαι γιατί το κάνω. Καλώ το ασανσέρ και νιώθω τους παλμούς μου να δυναμώνουν επικίνδυνα. Έχω την αίσθηση ότι το ασανσέρ κάνει αιώνες να ανέβει και νομίζω ότι θέλω να πάω τουαλέτα. Για καλό και για κακό, την επισκέπτομαι μια τελευταία φορά, πριν μπω στο ασανσέρ και βρεθώ στην τελική ευθεία.
Αυτό είναι λοιπόν. Τόσα βράδια, τόσα όνειρα, τόσες φαντασιώσεις γίνονται επιτέλους πραγματικότητα. Σε λίγα δευτερόλεπτα θα σε δω. Θα σε δω! Θα δω ΕΣΕΝΑ! Η καρδιά μου ταράζεται μόλις συνειδητοποιεί τι πρόκειται να γίνει. Σκέφτομαι τη φιγούρα σου να κάθεται στο αμάξι και να με περιμένει και νιώθω τσιμπήματα στο στήθος. Με πιάνει ξαφνικός βήχας και η ανατριχίλα που ένιωσα πριν λίγο επιστρέφει. Ώστε αυτό ήταν; Είσαι στο αμάξι. Είσαι εκεί, πραγματικά. Έχω να σε δω σχεδόν δύο χρόνια, από τότε στο μαγαζί. Και το πιο τραγικό είναι ότι από τότε η επιθυμία μου να σε δω δεν έχει μειωθεί ούτε στο ελάχιστο. Άραγε έχεις βρει ποτέ κάποια κοπέλα που να την πιάνουν ταχυκαρδίες μόνο στη σκέψη του προσώπου σου; Φτάνει δηλαδή η στιγμή; Σε μερικά βήματα θα σε αντικρύσω. Θα σε δω να με κοιτάς μέσα από το παράθυρο του συνοδηγού με το γνωστό σου καλοσυνάτο χαμόγελο, αυτό το χαμόγελο, μετά από δύο χρόνια. Πόσο να άλλαξες άραγε; Μήπως εγώ σε θυμάμαι τόσο όμορφο; Μήπως έχω σχηματίσει αυτή την τέλεια ιδέα για εσένα χωρίς όμως να είναι και η πραγματική; Μήπως θυμάμαι περισσότερο τις φωτογραφίες σου από εσένα; Μήπως τότε ήταν η λαχτάρα που σε έκανε τόσο ακαταμάχητο και τώρα δω απλά ένα ωραίο αγόρι; Από τη μία νομίζω θα ήταν υπέροχο να μη μου έκαναν πλέον αίσθηση τα πράσινα μάτια σου, από την άλλη πεθαίνω να νιώσω την καρδιά μου να χτυπάει στην όψη σου.
Το ασανσέρ σταμάτησε. Είμαι πλέον στην είσοδο της πολυκατοικίας. Με παρατηρώ στον μεγάλο καθρέπτη καθώς κατευθύνομαι προς την έξοδο. Ανοίγω την πόρτα και βλέπω το αμάξι σου. Το μόνο με φώτα στο δρόμο. Μικρό, με έντονο χρώμα. Χρώμα που μόνο εσύ θα μπορούσες να διαλέξεις. Νιώθω τα πόδια μου να τρέμουν και φοβάμαι μήπως σκοντάψω και πέσω, ακριβώς μπροστά σου. Τα καταφέρνω και φτάνω μέχρι την πόρτα του αμαξιού. Πιάνω το χερούλι, παίρνω μια βαθειά ανάσα, και μπαίνω μέσα.
Χαμογελάς.
Τελικά όχι. Δεν είχα την εντύπωση ότι είσαι όμορφος. Είσαι όντως όμορφος, και ακαταμάχητος και υπέροχος. Ακριβώς όπως σε θυμόμουν, ίσως και λίγο καλύτερος. Τα πάντα όπως τα θυμόμουν, όλες οι αδυναμίες μου σε ένα πρόσωπο.
Χαμογελάω.
-Γεια σου, μου λες, το χαμόγελο ακόμα απλωμένο στα χείλη σου
-Γεια, λέω, και νιώθω τα μάγουλά μου ζεστά.
Πλησιάζεις και με φιλας στα μάγουλα. Αχ, χρειαζόταν τώρα αυτό; Ξέρεις πολύ καλά τι κάνεις.
-Πως είσαι; με ρωτάς
-Καλάαα, λέω και τραβάω το άλφα, εσύ;
-Καλά κι εγώ, λες και βάζεις μπρος το αμάξι, που πάμε;
-Πάμε .... δεν ξέρω, πάμε σε ένα μέρος όπου να μπορούμε να δούμε τη θάλασσα...
-Πάμε παραλία λοιπόν! λες και ξεκινας.
Στη διαδρομή η κουβέντα, από μεριά σου, είναι ελάχιστη. Εγώ προσπαθώ να βρώ θέματα συζήτησης μόνο και μόνο για να βρίσκω την αφορμή να σε κοιτάω. Κάθομαι και σου περιγράφω μια μέρα στη σχολη, σου λέω για το πως ειδικά σήμερα έκανα περίπου μια ώρα να σηκωθώ από το κρεβάτι, για το πως μάλωσα με την κολλητή μου επειδή της αρέσει το κόκκινο φορεμά μου αλλά δεν μπορούσα να της το δώσω. Σου λέω ακόμα και για έναν διαγωνισμό που είχα λάβει μέρος πριν από κάτι μήνες, για το πτυχίο στα γαλλικά που πήγα να το πάρω από το Γαλλικό Ινστιτούτο και μου είπανε ότι δεν είχα πάει να δώσω ποτέ εξετάσεις, ενώ είχα πάει. Μετά θυμήθηκα εκείνη την πρώτη φορά που βρεθήκαμε και ανέφερα πόσο πολύ αγχωμένη ήμουν και πως ουσιαστικά είχα πάει όπως ήμουν και απλά είχα βάλει λίγη μάσκαρα. Ό,τι μου ερχόταν στο μυαλό, στο έλεγα. Σκεφτόμουν θέματα ακόμα και από πράγματα που έβλεπα στο δρόμο. Βλέπω μία κοπέλα ντυμένη με μαύρα από πάνω έως κάτω και σου λέω για εκείνη την περίοδο στη ζωή μου που φορούσα κι εγώ μόνο μαύρα και μετά αναλύω το πως πιστεύω ότι αντιπροσωπεύει το ντύσιμό μας τον καθένα. Αχ, πρέπει να σε ζάλισα, αλλά ετσι μόνο μπορούσα να σε κοιτάω.
Φτάνουμε, παρκάρεις μπροστά από το Μέγαρο Μουσικής και ανοίγεις την πόρτα για να βγεις έξω
-Που πας; σε ρωτάω σχεδόν τρομοκρατημένη.
-Εδώ μέσα θα κάτσουμε; με ρωτάς.
-Ε... ναι; Με το air-condition; Και τα παράθυρα κλειστά;
-Καλά αλλά θα βγούμε και λίγο έξω μετά, εντάξει; Κρίμα είναι.
Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι είμαι μαζί σου. "Θα το συνειδητοποιήσεις μετά από μια βδομάδα", φαντάζομαι την Αγάπη να λέει. Πρώτη φορά από τη στιγμή που συναντηθήκαμε παρατηρώ τα ρούχα σου.
-ΑΧ ΦΟΡΑΣ ΤΗ ΜΠΛΟΥΖΑ! αναφωνώ ενθουσιασμένη... ίσως υπερβολικά ενθουσιασμένη
-Χαχα, ναι είπα να την ταιριάξω με την περίσταση, λες και γελάς.
Γελάς.
Λιώνω. Άραγε μπορείς να το νιώσεις; Μπορείς να νιώσεις τις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται μέσα μου; Νιώθεις αυτό το κύμα θερμότητας που με κατακλύζει; Νιώθεις τα άκρα μου να μουδιάζουν; Βρίσκω λίγο οξυγόνο και λέω:
-Τη φοράς γενικά ή μόνο τώρα για να με καλοπιάσεις; σε ρωτάω καχύποπτα
-Ποιο το όφελος; με ρωτάς και με κοιτάς πονηρά
Γελάω αλλά δεν απαντάω.
Κοιτάω μπροστά μου τη θάλασσα και τα φώτα της υπέροχης αυτής πόλης.
-Τι σκέφτεσαι; με ρωτάς και με κοιτάς
"Σκέφτομαι πόσο υπέροχος είσαι και πόσο τυχερή είμαι που σε έχω δίπλα μου. Επίσης σκέφτομαι πόσο πολύ θα ήθελα να σε φιλήσω ή ακόμα και να νιώσω το άγγιγμα σου στο δέρμα μου..."
-Τίποτα, απαντάω
-Έλα δε μπορεί! Κάτι σκέφτεσαι, μου λες και με σκουντάς.
-Σκέφτομαι πόσο υπέροχη πόλη έχουμε, λέω ψέματα.
-Όντως, λες και ακουμπας την πλάτη σου στο κάθισμα για να κοιτάξεις κι εσύ τη θάλασσα
Μένουμε για μερικά δευτερόλεπτα έτσι μέχρι που διακόπτεις τη σιωπή...
-Νομίζω πρέπει να σου μιλήσω για κάτι, μου λες και ξαφνικά σοβαρεύεις.
-Αλήθεια Χ. εγώ δεν νομίζω ότι χρειάζεται... ό,τι έκανες το έκανες για δικούς σου λόγους... Δεν έχει σημασία πλέον, λέω και νιώθω ένα βάρος στο στήθος.
-Για ποιο πράγμα λες;
-Για το ότι με διέγραψες και...
-..όχι όχι! Δεν εννοώ αυτό.. Δηλαδή αυτό εννοώ αλλά...
Η καρδιά μου σφίγγεται και νιώθω αγχωμένη. Τι θα μου πεις; Ότι με κάλεσες σήμερα για να μου πεις ότι τι; Ότι δεν μπορούμε να ξαναμιλήσουμε ποτέ ξανά; Ότι βγήκαμε εντελώς φιλικά και να μην το παρεξηγήσω; Ότι έχεις ακόμα σχέση και δε θα ήθελες να πω για τη συνάντησή μας σε κανέναν; Αν ήταν αυτό, είναι ήδη πολύ αργά. Τι; Μήπως.... μήπως παντρεύεσαι; Ωχ Θεε, αυτό είναι κάτι το οποίο δεν νομίζω ότι μπορώ να αντέξω αυτή τη στιγμή.
-Είσαι πανέμορφη, μου λες αλλά δεν χαμογελάς.
-Τι ήθελες να μου πεις, προσπαθώ να βρω λέξεις για να μιλήσω
-Δεν έχει σημασία, αλήθεια.
-Όχι πες μου.
-Είναι κάτι εντελώς ασήμαντο, ειλικρινά.
-Ωραία, τότε πες μου, επιμένω.
-Καλώς...Τότε... δεν το είχα κάνει εγώ.
Δεν το είχες κάνει εσύ; Ποιο; Τη διαγραφή; Τον αποκλεισμό; Και ποιος το είχε κάνει; Και αφού δεν το είχες κάνει εσύ, γιατί δεν το άλλαξες; Γιατί να το κάνει κάποιος άλλος; Και μετά από τόσα πολλά μηνύματα που σου έστειλα και τόσο χαλί που έγινα, γιατί δεν το άλλαξες; Γιατί με άφησες να αναλώνομαι σε ηλίθια μηνυματάκια; Η απάντηση μου ηχούσε στα αυτιά μου ξεκάθαρη, αλλά δεν την άκουγα. Περίμενα να ακούσω τη δικιά σου.
-Ναι;
-Έλα, είμαι από κάτω, μου λες και νιώθω, ίσως... μα είναι δυνατόν... λίγο... τρακ;
-Εντάξει κατεβαίνω, λέω και διακρίνω στη δικιά μου φωνή ακόμα πιο έντονη την αμηχανία.
Κοιτάζομαι μια τελευταία φορά στον καθρέπτη, κατεβάζω ελαφρά το ντεκολτέ του φορέματος ενώ ταυτόχρονα αναρωτιέμαι γιατί το κάνω. Καλώ το ασανσέρ και νιώθω τους παλμούς μου να δυναμώνουν επικίνδυνα. Έχω την αίσθηση ότι το ασανσέρ κάνει αιώνες να ανέβει και νομίζω ότι θέλω να πάω τουαλέτα. Για καλό και για κακό, την επισκέπτομαι μια τελευταία φορά, πριν μπω στο ασανσέρ και βρεθώ στην τελική ευθεία.
Αυτό είναι λοιπόν. Τόσα βράδια, τόσα όνειρα, τόσες φαντασιώσεις γίνονται επιτέλους πραγματικότητα. Σε λίγα δευτερόλεπτα θα σε δω. Θα σε δω! Θα δω ΕΣΕΝΑ! Η καρδιά μου ταράζεται μόλις συνειδητοποιεί τι πρόκειται να γίνει. Σκέφτομαι τη φιγούρα σου να κάθεται στο αμάξι και να με περιμένει και νιώθω τσιμπήματα στο στήθος. Με πιάνει ξαφνικός βήχας και η ανατριχίλα που ένιωσα πριν λίγο επιστρέφει. Ώστε αυτό ήταν; Είσαι στο αμάξι. Είσαι εκεί, πραγματικά. Έχω να σε δω σχεδόν δύο χρόνια, από τότε στο μαγαζί. Και το πιο τραγικό είναι ότι από τότε η επιθυμία μου να σε δω δεν έχει μειωθεί ούτε στο ελάχιστο. Άραγε έχεις βρει ποτέ κάποια κοπέλα που να την πιάνουν ταχυκαρδίες μόνο στη σκέψη του προσώπου σου; Φτάνει δηλαδή η στιγμή; Σε μερικά βήματα θα σε αντικρύσω. Θα σε δω να με κοιτάς μέσα από το παράθυρο του συνοδηγού με το γνωστό σου καλοσυνάτο χαμόγελο, αυτό το χαμόγελο, μετά από δύο χρόνια. Πόσο να άλλαξες άραγε; Μήπως εγώ σε θυμάμαι τόσο όμορφο; Μήπως έχω σχηματίσει αυτή την τέλεια ιδέα για εσένα χωρίς όμως να είναι και η πραγματική; Μήπως θυμάμαι περισσότερο τις φωτογραφίες σου από εσένα; Μήπως τότε ήταν η λαχτάρα που σε έκανε τόσο ακαταμάχητο και τώρα δω απλά ένα ωραίο αγόρι; Από τη μία νομίζω θα ήταν υπέροχο να μη μου έκαναν πλέον αίσθηση τα πράσινα μάτια σου, από την άλλη πεθαίνω να νιώσω την καρδιά μου να χτυπάει στην όψη σου.
Το ασανσέρ σταμάτησε. Είμαι πλέον στην είσοδο της πολυκατοικίας. Με παρατηρώ στον μεγάλο καθρέπτη καθώς κατευθύνομαι προς την έξοδο. Ανοίγω την πόρτα και βλέπω το αμάξι σου. Το μόνο με φώτα στο δρόμο. Μικρό, με έντονο χρώμα. Χρώμα που μόνο εσύ θα μπορούσες να διαλέξεις. Νιώθω τα πόδια μου να τρέμουν και φοβάμαι μήπως σκοντάψω και πέσω, ακριβώς μπροστά σου. Τα καταφέρνω και φτάνω μέχρι την πόρτα του αμαξιού. Πιάνω το χερούλι, παίρνω μια βαθειά ανάσα, και μπαίνω μέσα.
Χαμογελάς.
Τελικά όχι. Δεν είχα την εντύπωση ότι είσαι όμορφος. Είσαι όντως όμορφος, και ακαταμάχητος και υπέροχος. Ακριβώς όπως σε θυμόμουν, ίσως και λίγο καλύτερος. Τα πάντα όπως τα θυμόμουν, όλες οι αδυναμίες μου σε ένα πρόσωπο.
Χαμογελάω.
-Γεια σου, μου λες, το χαμόγελο ακόμα απλωμένο στα χείλη σου
-Γεια, λέω, και νιώθω τα μάγουλά μου ζεστά.
Πλησιάζεις και με φιλας στα μάγουλα. Αχ, χρειαζόταν τώρα αυτό; Ξέρεις πολύ καλά τι κάνεις.
-Πως είσαι; με ρωτάς
-Καλάαα, λέω και τραβάω το άλφα, εσύ;
-Καλά κι εγώ, λες και βάζεις μπρος το αμάξι, που πάμε;
-Πάμε .... δεν ξέρω, πάμε σε ένα μέρος όπου να μπορούμε να δούμε τη θάλασσα...
-Πάμε παραλία λοιπόν! λες και ξεκινας.
Στη διαδρομή η κουβέντα, από μεριά σου, είναι ελάχιστη. Εγώ προσπαθώ να βρώ θέματα συζήτησης μόνο και μόνο για να βρίσκω την αφορμή να σε κοιτάω. Κάθομαι και σου περιγράφω μια μέρα στη σχολη, σου λέω για το πως ειδικά σήμερα έκανα περίπου μια ώρα να σηκωθώ από το κρεβάτι, για το πως μάλωσα με την κολλητή μου επειδή της αρέσει το κόκκινο φορεμά μου αλλά δεν μπορούσα να της το δώσω. Σου λέω ακόμα και για έναν διαγωνισμό που είχα λάβει μέρος πριν από κάτι μήνες, για το πτυχίο στα γαλλικά που πήγα να το πάρω από το Γαλλικό Ινστιτούτο και μου είπανε ότι δεν είχα πάει να δώσω ποτέ εξετάσεις, ενώ είχα πάει. Μετά θυμήθηκα εκείνη την πρώτη φορά που βρεθήκαμε και ανέφερα πόσο πολύ αγχωμένη ήμουν και πως ουσιαστικά είχα πάει όπως ήμουν και απλά είχα βάλει λίγη μάσκαρα. Ό,τι μου ερχόταν στο μυαλό, στο έλεγα. Σκεφτόμουν θέματα ακόμα και από πράγματα που έβλεπα στο δρόμο. Βλέπω μία κοπέλα ντυμένη με μαύρα από πάνω έως κάτω και σου λέω για εκείνη την περίοδο στη ζωή μου που φορούσα κι εγώ μόνο μαύρα και μετά αναλύω το πως πιστεύω ότι αντιπροσωπεύει το ντύσιμό μας τον καθένα. Αχ, πρέπει να σε ζάλισα, αλλά ετσι μόνο μπορούσα να σε κοιτάω.
Φτάνουμε, παρκάρεις μπροστά από το Μέγαρο Μουσικής και ανοίγεις την πόρτα για να βγεις έξω
-Που πας; σε ρωτάω σχεδόν τρομοκρατημένη.
-Εδώ μέσα θα κάτσουμε; με ρωτάς.
-Ε... ναι; Με το air-condition; Και τα παράθυρα κλειστά;
-Καλά αλλά θα βγούμε και λίγο έξω μετά, εντάξει; Κρίμα είναι.
Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι είμαι μαζί σου. "Θα το συνειδητοποιήσεις μετά από μια βδομάδα", φαντάζομαι την Αγάπη να λέει. Πρώτη φορά από τη στιγμή που συναντηθήκαμε παρατηρώ τα ρούχα σου.
-ΑΧ ΦΟΡΑΣ ΤΗ ΜΠΛΟΥΖΑ! αναφωνώ ενθουσιασμένη... ίσως υπερβολικά ενθουσιασμένη
-Χαχα, ναι είπα να την ταιριάξω με την περίσταση, λες και γελάς.
Γελάς.
Λιώνω. Άραγε μπορείς να το νιώσεις; Μπορείς να νιώσεις τις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται μέσα μου; Νιώθεις αυτό το κύμα θερμότητας που με κατακλύζει; Νιώθεις τα άκρα μου να μουδιάζουν; Βρίσκω λίγο οξυγόνο και λέω:
-Τη φοράς γενικά ή μόνο τώρα για να με καλοπιάσεις; σε ρωτάω καχύποπτα
-Ποιο το όφελος; με ρωτάς και με κοιτάς πονηρά
Γελάω αλλά δεν απαντάω.
Κοιτάω μπροστά μου τη θάλασσα και τα φώτα της υπέροχης αυτής πόλης.
-Τι σκέφτεσαι; με ρωτάς και με κοιτάς
"Σκέφτομαι πόσο υπέροχος είσαι και πόσο τυχερή είμαι που σε έχω δίπλα μου. Επίσης σκέφτομαι πόσο πολύ θα ήθελα να σε φιλήσω ή ακόμα και να νιώσω το άγγιγμα σου στο δέρμα μου..."
-Τίποτα, απαντάω
-Έλα δε μπορεί! Κάτι σκέφτεσαι, μου λες και με σκουντάς.
-Σκέφτομαι πόσο υπέροχη πόλη έχουμε, λέω ψέματα.
-Όντως, λες και ακουμπας την πλάτη σου στο κάθισμα για να κοιτάξεις κι εσύ τη θάλασσα
Μένουμε για μερικά δευτερόλεπτα έτσι μέχρι που διακόπτεις τη σιωπή...
-Νομίζω πρέπει να σου μιλήσω για κάτι, μου λες και ξαφνικά σοβαρεύεις.
-Αλήθεια Χ. εγώ δεν νομίζω ότι χρειάζεται... ό,τι έκανες το έκανες για δικούς σου λόγους... Δεν έχει σημασία πλέον, λέω και νιώθω ένα βάρος στο στήθος.
-Για ποιο πράγμα λες;
-Για το ότι με διέγραψες και...
-..όχι όχι! Δεν εννοώ αυτό.. Δηλαδή αυτό εννοώ αλλά...
Η καρδιά μου σφίγγεται και νιώθω αγχωμένη. Τι θα μου πεις; Ότι με κάλεσες σήμερα για να μου πεις ότι τι; Ότι δεν μπορούμε να ξαναμιλήσουμε ποτέ ξανά; Ότι βγήκαμε εντελώς φιλικά και να μην το παρεξηγήσω; Ότι έχεις ακόμα σχέση και δε θα ήθελες να πω για τη συνάντησή μας σε κανέναν; Αν ήταν αυτό, είναι ήδη πολύ αργά. Τι; Μήπως.... μήπως παντρεύεσαι; Ωχ Θεε, αυτό είναι κάτι το οποίο δεν νομίζω ότι μπορώ να αντέξω αυτή τη στιγμή.
-Είσαι πανέμορφη, μου λες αλλά δεν χαμογελάς.
-Τι ήθελες να μου πεις, προσπαθώ να βρω λέξεις για να μιλήσω
-Δεν έχει σημασία, αλήθεια.
-Όχι πες μου.
-Είναι κάτι εντελώς ασήμαντο, ειλικρινά.
-Ωραία, τότε πες μου, επιμένω.
-Καλώς...Τότε... δεν το είχα κάνει εγώ.
Δεν το είχες κάνει εσύ; Ποιο; Τη διαγραφή; Τον αποκλεισμό; Και ποιος το είχε κάνει; Και αφού δεν το είχες κάνει εσύ, γιατί δεν το άλλαξες; Γιατί να το κάνει κάποιος άλλος; Και μετά από τόσα πολλά μηνύματα που σου έστειλα και τόσο χαλί που έγινα, γιατί δεν το άλλαξες; Γιατί με άφησες να αναλώνομαι σε ηλίθια μηνυματάκια; Η απάντηση μου ηχούσε στα αυτιά μου ξεκάθαρη, αλλά δεν την άκουγα. Περίμενα να ακούσω τη δικιά σου.
4 σχόλια:
Συνέχισέ το, μ'αρέσει! Περιμένω το επόμενο!!!
κοντευω να σκασωωωω...περιμενω το επομενοοοοοο
Και εμείς περιμένουμε να την ακούσουμε!!! Μην την αργείς!!! ;)
Poso poli auta pou grafeis mou thimizoun emena..ta dika sinaisthimata me ena sigkekrimeno atomo...
Sinexise maresei poli na ta diavazo =)
Δημοσίευση σχολίου